Το ορεινό χωριό Πολύδροσο είναι κτισμένο στις πλαγιές του Πάρνωνα, σε υψόμετρο 1100 μέτρων, μέσα σε μία καταπράσινη κοιλάδα. Απέχει 35 χιλιόμετρα από την Σπάρτη και 42 χιλιόμετρα από τον Μυστρά. Έχει, περίπου, 50 μόνιμους κατοίκους, οι οποίοι τον χειμώνα μετακομίζουν στι ημιορεινό χωριό Γκοριτσά. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, το χωριό πλημμυρίζει από ντόπιους και επισκέπτες.
Η ονομασία Πολύδροσο επιβλήθηκε στα χρόνια της δικτατορίας του 1976, ενώ στο παρελθόν το χωριό ονομαζόταν Τσίντζινα ή Τσίντσινα και οι κάτοικοι μιλούσαν την Τσακωνική διάλεκτο, η οποία μιλιέται στην περιοχή της νότιας Κυνουρίας της Αρκαδίας. Από την αρχαιότητα έως το 1912, η περιοχή της νότιας Κυνουρίας ανήκε στην αρχαία Σπάρτη και τον νομό Λακωνίας, αντίστοιχα. Ο πρώτος συγγραφέας που αναφέρει την ύπαρξη της Τσακωνικής διαλέκτου είναι ο Μάζαρις, (Έλληνας Βυζαντινός συγγραφέας), τον 15ο αιώνα.
Τα Τσίντζινα κατοικήθηκαν για πρώτη φορά κατά την Βυζαντινή περίοδο. Εκείνη την εποχή κτίστηκε και το Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων, το οποίο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην περιοχή. Ιστορικά, τα Τσίντζινα παρουσιάζονται για πρώτη φορά σε ένα Βυζαντινό Χρυσόβουλο του 1292, ή κατ’άλλους το 1295. Πρόκειται για ένα από τα νεότερα χωριά της περιοχής του Πάρνωνα και υπάρχουν διάφορες θεωρίες σχετικά με την δημιουργία του χωριού. Κάποιοι υποστηρίζουν πως τα Τσίντζινα πρωτοδημιουργήθηκαν ως οικισμός εργατών της παρακείμενης Μονής των Αγίων Αναργύρων. Πιθανότατα, το χωριό να οφείλει το όνομά του στην τοπογραφία της περιοχής. Σύμφωνα με το λεξικό του Θανάση Κωστάκη, η λέξη «τσίντζινα», αποτελεί παλαιό Τσακώνικο λήμμα και σημαίνει «μικρός κόμπος». Άρα, η ερμηνεία του ονόματος του χωριού είναι «κόμβος» ή «σταυροδρόμι».
Κατά τα τέλη του 17ου αιώνα, δύο Γάλλοι εξερευνητές που ταξίδεψαν στην Πελοπόννησο, έγραψαν για τα Τσίντζινα: «Οι κάτοικοι ήταν φιλόξενοι. Συνήθιζαν να στέκονται σε ένα σημείο, όπου παρατηρούσαν τους ξένους, τους οποίους καλούσαν κοντά τους με το χτύπημα ενός θαλάσσιου κελύφους, ώστε να μάθουν ότι εκεί υπάρχει ένα χωριό που κρέμεται σε κάποιο βράχο». Όταν οι Ενετοί κατέκτησαν εδάφη της Πελοποννήσου στα Τσίντζινα κατοικούσαν, μόλις, 144 άνθρωποι. Το 1715, οι Οθωμανοί εκδίωξαν τους Ενετούς από την περιοχή και το χωριό πέρασε στην κυριότητά τους. Τότε ξεκίνησε και η οικονομική ανάπτυξη του χωριού. Οι κάτοικοι ασχολήθηκαν με την κλωστοϋφαντουργία, την παραγωγή βαμβακιού, μαλλιού και ξυλείας κάνοντας εμπόριο στο εξωτερικό, καθώς και στις αγορές του Μυστρά και της Τεγέας.
Κατά την Ελληνική Επανάσταση, οι κάτοικοι συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα κατά των Τούρκων. Μάλιστα, τάχθηκαν στο πλευρό του Κολοκοτρώνη στη μάχη των Δερβενακίων, στις 26 Ιουλίου του 1822. Το 1825, κατά την διάρκεια των επιθέσεων του Ισμαήλ Πασά, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης επισκέφθηκε το χωριό και έζησε για κάποιο διάστημα στον Πάρνωνα, μαζί με τους επιτελείς του, προκειμένου να ανασυντάξει τις δυνάμεις του. Μετά την Απελευθέρωση, τα Τσίντζινα αριθμούσαν 1.344 κατοίκους.
Αργότερα, πολλοί εγκαταστάθηκαν στα χωριά Γκοριτσά και Ζουπένα, όπου ζούσαν το διάστημα από τον Οκτώβριο έως τον Ιούνιο. Ωστόσο, την δεκαετία του 1850 πολλοί ήταν αυτοί που μετανάστευσαν στην Αίγυπτο. Αιτία για την εγκατάλειψη του χωριού στάθηκε και η βεντέτα που ξέσπασε ανάμεσα σε δύο κυρίαρχες οικογένειες της Ζουπένας, την οικογένεια των Κουμουτζαίων και την οικογένεια των Γερασιμαίων. Η βεντέτα, που διήρκεσε αρκετά χρόνια, χώρισε το χωριό στα δύο και μία σειρά βίαιων επεισοδίων ανάγκασε πολλούς κατοίκους να φύγουν στην ξενιτιά.
Στο χωριό Πολύδροσο, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει την φυσική ομορφιά με τα αιωνόβια έλατα και να περιπλανηθεί στα λιθόστρωτα σοκάκια με τις κρίνες και τα πετρόκτιστα, παραδοσιακά σπίτια. Τα σπίτια είναι αμφιθεατρικά κτισμένα στις μύτες των τριών λόφων του χωριού, ενώ εννέα πηγές αναβλύζουν κρυστάλλινο νερό στην ευρύτερη περιοχή. Είναι ιδανικός προορισμός για όσους αναζητούν ηρεμία και χαλάρωση, ενώ για τους πιο δραστήριους υπάρχει η επιλογή για πεζοπορικές ή ποδηλατικές εξορμίσεις στο βουνό του Πάρνωνα και ειδικότερα στην κορυφή του, Μεγάλη Τούρλα, η οποία έχει υψόμετρο 1942 μέτρων. Στο βουνό δεσπόζει και ο παραδοσιακός ξενώνας «Πρυτανείο», (ο οποίος αποτελείται από τρία πέτρινα κτίρια), σε μία περιοχή κατάφυτη από έλατα και μαύρη πεύκη αλλά και με πολλές πηγές.
Εννέα πεζοπορικά μονοπάτια ξεκινούν από το κέντρο του χωριού και οδηγούν σε σπήλαια, πηγές και γραφικά εκκλησάκια. Όλα τα μονοπάτια είναι χαρτογραφημένα και σηματοδοτημένα και το καθένα έχει διαφορετικό βαθμό δυσκολίας. Ένα από αυτά καταλήγει στην Κονιακίτικη βρύση και επιστρέφει στο χωριό ακολουθώντας κυκλική πορεία μέσα στο δάσος. Το παλαιότερο μνημείο του χωριού είναι ο σπηλαιώδης ναός του Αγίου Ιωάννη, κτισμένος λίγο έξω από το Πολύδροσο. Ο ναός είναι ένας με το βουνό. Για να μπει κάποιος στο εσωτερικό του πρέπει να περάσει από μία μικρή πόρτα, ενώ υπάρχουν τέσσερα διαφορετικά επίπεδα, (όροφοι). Οι αγιογραφίες χρονολογούνται από το 1333 ή 1335 μ.Χ., ενώ ο εξωτερικός οχυρωματικός τοίχος κατασκευάστηκε κατά τις επιδρομές του Ιμπραήμ, το 1826. Μάλιστα, κατά τα χρόνια των επιδρομών του Ισμαήλ Πασά, οι κάτοικοι έβρισκαν καταφύγιο εκεί.
Στολίδι του χωριού είναι και ο παραδοσιακός ξενώνας στην πλατεία με τα πλατάνια. Το αποκατεστημένο κτίριο του παλαιού Δημοτικού Σχολείου οικοδομήθηκε το 1891 με δωρεά του ευεργέτη Ιωάννη Γρηγορίου και η αυλή του σχολείου είναι, σήμερα, ο χώρος της πλατείας. Στο Πολύδροσο και την ευρύτερη περιοχή, ο επισκέπτης μπορεί, επίσης, να θαυμάσει τις πολλές και αξιόλογες εκκλησίες, όπως είναι το ξωκλήσι της Αγίας Μαρίνας και η εκκλησία του Αγίου Βλάσση. Μάλιστα, ο ναός αυτός είναι ο παλαιότερος του χωριού, με εξαίρετες αγιογραφίες του Κόντογλου και του Δημητρίου Κακαβά. Ξεχωρίζει, επίσης, και η εκκλησία της Παναγίας, η οποία, κατά την παράδοση, κτίστηκε σε σαράντα ημέρες. Γιορτάζει στις 15 Αυγούστου και την ημέρα εκείνη διοργανώνεται μεγάλο πανηγύρι με πλούσιο φαγητό, κρασί και ζωντανή μουσική. Τέλος, ξεχωριστή θέση κατέχει και το ξωκλήσι της Παναγίας του Κελλιού, το οποίο διατηρείται σε άριστη κατάσταση. Πρόκειται για τρίκογχο, αθωνικού τύπου, ναό χωρίς τρούλο και χρονολογείται κατά τον 16ο αιώνα. Οι πέτρινοι τοίχοι του έχουν μεγάλο πάχος, ενώ η σκεπή αποτελείται από Βυζαντινά κεραμίδια. Στον περιβάλλοντα χώρο του ναού σώζονται μέχρι και σήμερα τα ίχνη Κρυφού Σχολειού, το οποίο λειτουργούσε σε υπόγεια αίθουσα.
Τα τελευταία χρόνια στο Πολύδροσο, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, διοργανώνονται τα «Πολιτιστικά Αγνάντια Πάρνωνα». Πρόκειται για πολιτιστικές εκδηλώσεις οι οποίες λαμβάνουν χώρα στην κεντρική πλατεία του χωριού, υπό την αιγίδα του Πολιτιστικού Συλλόγου «Τα Τσίντζινα». Στο σημείο αυτό, να σημειώσουμε πως από το Πολύδροσο καταγόταν ο γιατρός, ποιητής και δοκιμιογράφος, Γιάννης Βουλουμάνος. Η πρώτη του ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε το 1978 υπό τον τίτλο: «Αναζητώντας τον Άψυρτο». Μάλιστα, τα «Πολιτιστικά Αγνάντια Πάρνωνα» του 2019 ήταν αφιερωμένα στη μνήμη του. Επίσης, από το Πολύδροσο καταγόταν και ο δημοσιογράφος και ποιητής, Γιάννης Κ. Ανδριτσάκης, γνωστός και ως «Μοτίβος». Στην πλατεία του χωριού βρίσκεται το τριώροφο πετρόκτιστο σπίτι του όπου «έζησε, δούλεψε και στοχάστηκε», όπως αναφέρει η εντοιχισμένη πλακέτα δίπλα στην είσοδο. Από το 1961 έως και το 1980, ο «Μοτίβος» εξέδιδε την ιστορική εφημερίδα «Τα Τσίντζινα».