Γιώργος Φτέρης – Δημοσιογράφος, Συγγραφέας
«Τη θύμιση της Μάνης,
της πέτρας και του αέρα της Μάνης,
την έπαιρνα πάντα μαζί μου,
όπου πήγαινα... Σαν φυλαχτό».
Ο Γιώργος Φτέρης γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1891, στο χωριό Καρέα Λακωνίας. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργος Τσιμπιδάρος. Ήταν δημοσιογράφος, ανταποκριτής, κριτικός, συγγραφέας και ποιητής. Σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών και από νωρίς ασχολήθηκε με την δημοσιογραφία. Συγκεκριμένα, άρχισε τη δημοσιογραφική του σταδιοδρομία στην εφημερίδα «Θάρρος» (Καλαμάτα) και στη συνέχεια συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Ακρόπολη», «Πατρίδα», «Βαλκανικός Ταχυδρόμος», «Ελεύθερος Τύπος», «Ελεύθερος Λόγος», «Βήμα», «Ελεύθερο Βήμα» και «Αμάλθεια» της Σμύρνης όπου εμφανιζόταν με το ψευδώνυμο Ανατολίτης. Συνεργάστηκε, επίσης, με τα φιλολογικά περιοδικά «Νουμάς», «Καλλιτέχνης», «Χαραυγή της Μυτιλήνης», «Νέα Εστία», «Νέο Πνεύμα», «Παναθήναια», «Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά», «Διάπλασις των Παίδων», «Ανθολογία» κ.α. (με τα ψευδώνυμα Λανσελότος, Γκρέκο και Φτέρης).
Ο Γιώργος Φτέρης παρέμεινε για πολλά χρόνια στο εξωτερικό, αρχικά στη Ρώμη και κατόπιν ως ανταποκριτής του «Ελεύθερου Βήματος» στο Παρίσι, όπου παρακολούθησε όλες τις πολιτικές, πνευματικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις του Μεσοπολέμου. Στο Παρίσι, διετέλεσε επίσης Γενικός Γραμματεύς του Συλλόγου «Ελλήνων Λογίων Καλλιτεχνών». Περιόδευσε στην Ευρώπη όπου συνάντησε αρκετά γνωστά πρόσωπα της εποχής. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει ο Ιταλός δικτάτορας, Μπενίτο Μουσολίνι, από τον οποίο έλαβες αρκετές φορές συνέντευξη. Κατά την διάρκεια των ταξιδιών του ανέπτυξε δεσμούς φιλίας με σημαντικές προσωπικότητες όπως είναι ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης, ο γλύπτης Μιχαήλ Τόμπρος, η ηθοποιός Έλλη Λαμπέτη, ο Πάμπλο Πικάσο κ.α. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, έγινε αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Αθηναϊκά Νέα» (1933-1941) και συνεργάσθηκε έκτοτε στο «Βήμα», στα «Νέα» και στον «Ταχυδρόμο».
Το 1930, έλαβε το βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας (Ακαδημαϊκές δάφνες) για τη μετάφρασή του από τα γαλλικά στα ελληνικά των «Αθλίων» (“Les Miserables”). Επίσης, το 1966 του απονεμήθηκε το Χρυσό Μετάλλιο Δημοσιογραφίας από τον βασιλιά Κωνσταντίνο Β’, ενώ τιμήθηκε αρκετές φορές για το λογοτεχνικό και δημοσιογραφικό του έργο.
Υπήρξε συνεργάτης του Ραδιοφωνικού Σταθμού, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου, μέλος της Επιτροπής Σχολικών Βιβλίων του Υπουργείου Παιδείας, ιδρυτικό και τακτικό μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (1930-1967), καθώς και κριτικός του Λογοτεχνικού Βιβλίου και Θεάτρου στην εφημερίδα «Βήμα».
Ο Γιώργος Φτέρης διακρίθηκε ως σχολιαστής και φιλολογικός κριτικός, κράτησε δε σα παρατσούκλι και το «Τσιμπιδάρος» ή «Τσιμπιδάρας». Μετέφρασε θεατρικά έργα και έγραψε μελέτες και ποιήματα σε λογοτεχνικά περιοδικά. Δημοσίευσε τα βιβλία «Η θρυλική ζωή του Στρατηγού Βούρβαχη» (με πρόλογο του Στρατάρχου της Γαλλίας Φρανς ντ’ Έσπερε) (1947) και «Πρόσωπα και σχήματα» (1954). Εκείνη την περίοδο ο Νίκος Καζαντζάκης έγραψε στον συγγραφέα Γιώργο Φτέρη: «Αγαπητέ φίλε, σπάνια διάβασα γοητευτικότερο νεοελληνικό κείμενο. Σπάνια διατυπώθηκε από νεοέλληνα με τόση δροσιά και χάρη η ουσία. Και πλήθυνε πάλι μέσα μου η πίκρα, που με τόσα χαρίσματα σωπαίνετε τόσα χρόνια». Επίσης, τα βιβλία του «Ελληνικές Μορφές» (1979) και «Μάνη, Πατρίδα μου» (1981) εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του.
Ένα από τα μεγαλύτερα και πιο αξιομνημόνευτα επιτεύγματά του είναι το ποίημα-τραγούδι της Κατοχής, «Η Χωριάτα», το οποίο έγινε σύμβολο της ελευθερίας και παραλίγο να του στερήσει την ελευθερία του. Στο τραγούδι, η Ελλάδα παρουσιάζεται ως μια χωριατοπούλα και τα νιάτα της ως ένα εκκολαπτόμενο δέντρο. Συγκεκριμένα, το 1941-1942, έδωσε το αλληγορικό τραγούδι στη Σοφία Βέμπο, την πιο γνωστή τραγουδίστρια της εποχής και οικογενειακή του φίλη. Με μουσική του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, η Σοφία Βέμπο το τραγούδησε σε θέατρα ανά την Ελλάδα. Ο Στρατός Κατοχής που αντιλήφθηκε την συμβολική σημασία του τραγουδιού το απαγόρευσε και απείλησε με σύλληψη του δημιουργού του. Έκτοτε, η συμβολική του σημασία ξεπέρασε τα σύνορα και η Σοφία Βέμπο εξακολούθησε να το τραγουδά στη Μέση Ανατολή. « Η Χωριάτα» έχει χαρακτηριστεί ως εθνικό τραγούδι. Τριάντα πέντε χρόνια αργότερα, σχολιάζοντας το τραγούδι, ο Φτέρης δήλωσε: «Είναι μια φωνή ελπίδας και συνέχισης της ύπαρξης. Αντήχησε σε μεγάλο βαθμό στις καρδιές του τότε σκλαβωμένου λαού».
Ο Γιώργος Φτέρης απεβίωσε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1967, σε ηλικία 76 ετών. Το σώμα του έχει ταφεί στην πατρίδα του Μάνη που τόσο αγαπούσε. Επί της οδού μεταξύ Αρεόπολης και Γυθείου έχει κτιστεί κι αφιερωθεί σε αυτόν ένα μνημείο. Πρόκειται για μία προτομή, σκαλισμένη από τον φίλο του και γλύπτη Μιχαήλ Τόμπρο. Στον ώμο του, μια γυναίκα που αναπαριστά τη Μάνη δακρύζει, θρηνώντας για τον θάνατό του. Τέλος, οφείλουμε να αναφέρουμε πως η Δημόσια Βιβλιοθήκη Αρεοπόλεως (μία από τις 30 περίπου δημόσιες βιβλιοθήκες της Ελλάδος) είναι ουσιαστικά έργο του Γιώργου Φτέρη, αφού τα αρχικά της βιβλία ήταν οι 6.000 τόμοι της προσωπικής του βιβλιοθήκης, τα οποία σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία δώρησε για την ίδρυσή της.