Ακρωτήριο Ταίναρο
Το Ακρωτήριο Ταίναρο, γνωστό και ως Κάβος Ματαπάς, είναι το νοτιότερο άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Βαλκανικής χερσονήσου και βρίσκεται μεταξύ του Λακωνικού και του Μεσσηνιακού κόλπου.
Το τοπίο είναι πανέμορφο, αλλά εντελώς γυμνό αφού δεν υπάρχει ούτε ένα δέντρο. Η περιοχή είναι κατάσπαρτη από αρχαιότητες και η πρόσβαση είναι δυνατή μόνο από το μονοπάτι που ξεκινά από το εκκλησάκι των Αγίων Ασωμάτων. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα το ακρωτήριο φέρει πολλά ονόματα, όπως Ταινάρια ακτή, Φανάρι, Βραχίων της Μάνης, Λίθος κ.α. Ολόκληρη η περιοχή γύρω από το ακρωτήριο ονομάζεται Ακρωταινάρια. Οι ντόπιοι υποστηρίζουν ότι η λέξη Κριτήρι, που λέγεται για το Ακροταίναρο, δεν σημαίνει Ακρωτήρι, αλλά Κριτήριο των Ψυχών ή Ανώτατο Δικαστήριο.
Το όνομα του ακρωτηρίου οφείλεται στον επώνυμο ήρωα και οικιστή Ταίναρο, γιο του Δία. Ο Ταίναρος έκτισε την ομώνυμη πόλη Ταίναρο επί του ισθμού της Ακρωταινάριας χερσονήσου. Ο χώρος, αρχικά, ήταν αφιερωμένος στον θεό Ήλιο, (όπως αναφέρεται στον Ομηρικό ύμνο του Απόλλωνα), του οποίου τα πρόβατα με τα δασύτριχα μαλλιά έβοσκαν εκεί ελεύθερα. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Απόλλωνας έδωσε στον Ποσειδώνα το Ταίναρο και πήρε ως αντάλλαγμα τους Δελφούς, όπου έκτισε το μαντείο του και όρισε πρώτους ιερείς τους Κρήτες. Κατά την αρχαιότητα, το ακρωτήριο λεγόταν και «Ποσείδιον», ενώ από την εποχή της Φραγκοκρατίας αναφέρεται και ως «Κάβος Ματαπάς». Οι Δωριείς, φτάνοντας στο τελευταίο σημείο της Ευρωπαϊκής ηπείρου έδωσαν στο ακρωτήριο το όνομα «Μεταπέα Άκρα», δηλαδή το ακρωτήριο που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο θάλασσες, (Λακωνικός και Μεσσηνιακός κόλπος).
Σε μικρό, απομονωμένο σπήλαιο του Ταινάρου αναφέρεται η ύπαρξη νεκρομαντείου του Ποσειδώνα ή ψυχοπομπείου, τόσο από τον Παυσανία, όσο και από τον Πλούταρχο. Σε αυτή την περιοχή ένα δίκτυο σπηλαίων πιστευόταν ότι αποτελούσε είσοδο στον Κάτω Κόσμο. Η πύλη φυλασσόταν από τον Κέρβερο, ένα κτήνος που εμπόδιζε τους νεκρούς να αποδράσουν και τους ζωντανούς να εισέλθουν. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, ο Κέρβερος είχε τρία κεφάλια άγριων σκύλων, έναν δράκο ή ερπετό για ουρά και τα κεφάλια φιδιών κατά μήκος της ράχης του. Ο Πίνδαρος, (Πιθιόνικος 4.44) και ο Απολλόδωρος, (Β,5,12), αναφέρουν ότι τοΤαίναρο ήταν «το στόμιο για τον Άδη». Επίσης, ο Οβίδιος, (Μεταμορφώσεις, Χ, στ. 1-78), αναφέρει πως από το Ταίναρο οδηγήθηκε στον Κάτω Κόσμο ο Ορφέας, ο οποίος συγκίνησε τους πάντες με την λύρα του.
Σε κοντινή απόσταση, ο επισκέπτης μπορεί να δει αρχαία πηγάδια, καθώς και ορθογώνιους λίθους να στέκουν επιβλητικά στο άγριο τοπίο. Από τα ερείπια του αρχαίου ναού του Ποσειδώνα Ταιναρίου, (που αποτέλεσε κέντρο του «Κοινού των Ελευθερολακώνων»), έχει δημιουργηθεί ο χριστιανικός ναός των Αγίων Ασωμάτων, κοντά στον οικισμό Κοκκινόγεια. Μονάχα ο βόρειος τοίχος της εκκλησίας είναι ολόκληρος κτισμένος οικοδομικά με καλοδουλεμένα, ορθογώνια λιθάρια.
Ο λατρευόμενος στο Ταίναρο Ποσειδών είχε τα προσωνύμια Ποσειδών ο επί Ταινάρω, Ταινάριος, Ασφάλειος και Πόντιος. Οι προσκυνητές του Ποσειδώνα ονομάζονταν Ταιναρισταί και η γιορτή που πραγματοποιούσαν οι Σπαρτιάτες προς τιμή του, Ταινάρια. Ο ναός του Ποσειδώνα είχε καθιερωθεί σαν άσυλο για τους κυνηγημένους που κατέφευγαν για προστασία. Σε αυτόν είχαν καταφύγει και οι είλωτες που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο από τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι παραβιάζοντας το άσυλο θανατώθηκαν. Κατά τον Παυσανία, στην είσοδο του ναού υπήρχε άγαλμα του Ποσειδώνα, καθώς και άλλα αφιερώματα, όπως το χάλκινο άγαλμα του Αρίωνα που καθόταν επάνω σε δελφίνι. Ο Παυσανίας αναφέρει, επίσης, ότι στον ναό υπήρχε μία πηγή, την οποία όταν κοιτούσε κανείς στα νερά της έβλεπε λιμάνια και πλοία. Αυτή η ιδιότητα της πηγής έπαψε όταν μία γυναίκα ξέπλυνε μέσα σε αυτή ένα μιασμένο ένδυμα.
Στο λιμανάκι που ονομάζεται Πόρτο-Στέρνες, εντοπίζεται ο αρχαίος οικισμός των Ταιναρίων, ο οποίος εγκαταλείφθηκε πριν από τα Ρωμαϊκά χρόνια. Ακόμη και σήμερα διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση ένα εξαιρετικό ψηφιδωτό από δάπεδο οικίας της Ελληνιστικορωμαϊκής περιόδου, (1ος αι. μ.Χ), αποκαλούμενο «Άστρο της Αριάς».
Στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή έγινε και η Ναυμαχία του Ταινάρου, (Battle of Cape Matapan), τον Μάρτιο του 1941, ανάμεσα στον Βρετανικό και Ιταλικό στόλο. Οι Βρετανοί είχαν καλέσει τα Ελληνικά πολεμικά πλοία να συμμετέχουν, αλλά τελικά δεν κατάφεραν να φτάσουν εγκαίρως λόγω κακής συνεννόησης. Νικητής της ναυμαχίας αναδείχθηκε η Βρετανία, η οποία πήρε υπό τον έλεγχό της τη Μεσόγειο.
Σύμφωνα με τον Στράβωνα, από το ακρωτήριο Ταίναρο οι ναυτικοί υπολόγιζαν τις ναυτικές αποστάσεις. Επίσης, επί Τουρκοκρατίας αποτελούσε ορμητήριο των πειρατών της Μάνης και οι ναυτικοί φρόντιζαν να επιπλέουν σε απόσταση από το ακρωτήρι για να μην πέσουν θύματα πειρατίας. Από εκείνη την εποχή επικράτησε και το γνωμικό: «Από τον Κάβο Ματαπά σαράντα μίλια αλαργινά».
Τέλος, το άγριο ακρωτήρι περιγράφει με γλαφυρό τρόπο ο Στρατής Μυριβήλης σε ένα μικρό απόσπασμα από το «ΜΑΝΗ: Τα καπούλια του λιονταριού»: «Τόσο άγριο, τόσο σκληρό θέαμα, σπάνια μπορεί να το δώσει η φύση. Δεν είναι ακρογιαλιά αυτό εδώ. Είναι ένα κάστρο μονόπετρο που σηκώνεται πάνω σου, πάνω από τα νερά, ίσια προς τον ουρανό και βυθίζεται και πάλι κάθετα μέσα στη θάλασσα, άλλα εκατό και εκατόν πενήντα μέτρα, τα ύφαλά του...».