Το ορεινό χωριό Βαμβακού, με την ιδιαίτερη φυσική ομορφιά και τη μακρά ιστορία, βρίσκεται λίγο μετά τις Καρυές και την Βαρβίτσα. Είναι κτισμένο σε υψόμετρο 900 μέτρων στη δυτική πλευρά της ψηλότερης κορυφής του Πάρνωνα, (το «Κρόνιο» κατά τον Ησίοδο), στα βορειοανατολικά της Σπάρτης. Το χωριό κτίστηκε κατά τα μέσα του 15ου αιώνα και αρχικά ονομαζόταν Παλιοχώρα. Η σημερινή ονομασία του χωριού καθιερώθηκε στα τέλη του 17ου αιώνα. Λέγεται ότι το όνομα το πήρε από την καλλιέργεια του βαμβακιού ή από μία γυναίκα, ονόματι Βαμβακιά, η οποία εγκαταστάθηκε στην περιοχή ερχόμενη από τον Μυστρά.
Κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, οι κάτοικοι της Βαμβακούς, (με επικεφαλή τον επίσκοπο Θεοδώρητο Βρεσθένης), συμμετείχαν στις μάχες της Βλαχοκερασιάς, του Βαλτετσίου, των Δολιανών κ.α. Το 1826, η Βαμβακού καταστράφηκε από τον Αιγυπτιακό στρατό του Ιμπραήμ πασά. Όταν η Πελοπόννησος κατελήφθη από τους Τούρκους χωρίστηκε σε 24 επαρχίες, τις «καζάδες». Η Βαμβακού ανήκε στην Καζάδα του Μυστρά, (εξ ου και η Βυζαντινή διασύνδεση μεταξύ των δύο περιοχών). Οι αγώνες των Βαμβακιτών συνεχίστηκαν και μετά το 1821 και η δράση τους στους πολέμους του 1912-1922 ήταν τεράστια. Συγκεκριμένα, αναγράφονται 22 νεκροί στο Ηρώον του χωριού. Πιο σκληρός ήταν ο απολογισμός κατά την διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου. Στις 9 Οκτωβρίου 1946, στο κέντρο του χωριού, εκτελέστηκαν 28 κάτοικοι. Το χωριό γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη στις αρχές του 20ου αιώνα, ενώ η δημογραφική κατάρρευση επήλθε σταδιακά λόγω της Κατοχής, του Εμφυλίου, της μετανάστευσης και της αστυφιλίας. Πριν από μερικές δεκαετίες στο χωριό διέμεναν εκατοντάδες κάτοικοι, ενώ, σήμερα, υπάρχουν μόλις έντεκα.
Στη Βαμβακού γεννήθηκαν ο Παναγής Αλεξανδράκης, ο ιερομόναχος Κλήμης Αδαμαντίδης και οι οικογένειες Κουμάνταρου και Έξαρχου, (οι οποίες συμμετείχαν ενεργά στην Ελληνική Επανάσταση). Επίσης, από το χωριό κατάγονταν ο εφοπλιστής Σταύρος Νιάρχος και η επιχειρηματίας Ντόλλυ Γουλανδρή.
Από τον Αύγουστο του 2018, πέντε άνθρωποι, (ο Χάρης Βασιλάκος, ο Ανάργυρος Βερδήλος, η Ελένη Μάμη, ο Τάσος Μάρκος και ο Παναγιώτης Σουλιμιώτης), ίδρυσαν την κοινωνική συνεταιριστική επιχείρηση με την ονομασία «Η Αναβίωση της Βαμβακούς», («Vamvakou Revival»), με σκοπό την ανάπτυξη του χωριού και την επιστροφή μόνιμων κατοίκων σε αυτό. Στο πλευρό τους, ηθικά και οικονομικά, έχουν το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, (ΙΣΝ).
Στο καταπράσινο χωριό με το ατελείωτο δάσος, (κατάφυτο από καρυδιές, καστανιές και πλατάνια), ο επισκέπτης μπορεί να περιπλανηθεί στα γραφικά σοκάκια και να δει το παλιό και το νέο σχολείο, το επιβλητικό ρολόι και τον «Σταθμό των Συγκινήσεων», που ονομάστηκε έτσι επειδή ήταν το μέρος από όπου ξεκίνησε η φυγή των Βαμβακιτών, (η οποία και οδήγησε στην ερήμωση του χωριού). Για τους λάτρεις της φύσης, στο χωριό υπάρχουν δύο καταφύγια. Το πρώτο είναι το καταφύγιο στην θέση «Αυριαλλού», (σε υψόμετρο 1484 μέτρων), και το δεύτερο είναι το καταφύγιο στην τοποθεσία «Αρνόμουσγα», (σε υψόμετρο 1420 μέτρων). Επίσης, στη Βαμβακού υπάρχει και ένας καταπληκτικός, παραδοσιακός ξενώνας, όπου σχεδόν όλα τα Σαββατοκύριακα, (κυρίως τον χειμώνα), είναι γεμάτος από επισκέπτες.
Στην γραφική πλατεία του Προφήτη Ηλία, με τον τεράστιο πλάτανο, τις ακακίες και το παραδοσιακό καφενείο βρίσκεται το Ηρώον και οι προτομές του Κλήμη, του Σπύρου και του Σταύρου Νιάρχου. Μέσα στο χωριό, κρυμμένες σε γωνίες, υπάρχουν πινακίδες με στίχους γνωστών ποιητών και παραμυθάδων. Μάλιστα, η Ακαδημία Ποίησης και Παραμυθιού έχει μεταμορφώσει ένα ολόκληρο κτίριο σε ένα παραμυθένιο σπίτι όπου πραγματοποιούνται αφηγήσεις παραμυθιού, παραστάσεις και άλλες εκδηλώσεις. Στην Κάτω Βρύση, ( στο χαμηλότερο σημείο του χωριού), ο επισκέπτης μπορεί να δει τις λιθόκτιστες βρύσες με το τρεχούμενο, κρυστάλλινο νερό.
Στη Βαμβακού, (η οποία είναι γνωστή για το μέλι, το αρωματικό τσάι και τη ρίγανη της), υπάρχουν αρκετές εκκλησίες, όπως είναι η Αγία Τριάδα, ο Άγιος Γεώργιος, ( κτισμένος το 1000-1100 μ.Χ.), και η Κοίμηση της Θεοτόκου. Η αρχική εκκλησία ανεγέρθηκε το 1760, καταστράφηκε κατά την επιδρομή του Ιμπραήμ το 1826 και, τελικά, κατεδαφίστηκε το 1898. Πρόκειται για την κεντρική εκκλησία του χωριού, η οποία είναι τρισυπόστατη-πράγμα σπάνιο. Είναι αφιερωμένη στη Κοίμηση της Θεοτόκου, στον Άγιο Παντελεήμονα και στον Άγιο Χαράλαμπο. Στον περίβολό της είναι τοποθετημένος ο χάλκινος ανδριάντας του Θεοδώρητου Β’, επισκόπου Βρεσθένης.
Σε κοντινή απόσταση από το χωριό βρίσκεται και το σπηλαιομονάστηρο της Αγίας Κυριακής, το οποίο έχει ανακηρυχθεί ως ιστορικό, διατηρητέο μνημείο. Το σπηλαιομονάστηρο είναι κτισμένο στο κοίλωμα ενός βράχου σε μία τοποθεσία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Σύμφωνα με την παράδοση, οι ποιμένες που έβοσκαν τα ζώα τους στη περιοχή, το βράδυ έβλεπαν να ανάβει κοντά στο μοναστήρι ένα φως το οποίο το πρωί εξαφανιζόταν. Όταν έφτασαν εκεί βρήκαν μέσα σε μια τρύπα την εικόνα της Αγίας Κυριακής και έτσι έφτιαξαν το μοναστήρι προς τιμήν της. Μαρτυρίες αποκαλύπτουν την ύπαρξη του μοναστηριού γύρω στο 1800. Τέλος, η Αγία Κυριακή αποτέλεσε το επίκεντρο σημαντικών ιστορικών γεγονότων: Οι Τούρκοι γκρέμισαν το μοναστήρι με κανόνια που τοποθετήθηκαν στον Βαγενά. Επίσης, επί Τουρκοκρατίας, οι Βαμβακίτες έκρυβαν τα πολύτιμα αντικείμενά τους στην αγροσυκιά που υπήρχε εκεί, καθώς και στις οπές των βράχων. Χρακτηριστική μορφή υπήρξε ο Δανιήλ Κατσίρης, ο οποίος έκτισε το γνωστό κελί, το οποίο βρίσκεται πάνω και δεξιά του σπηλαιομονάστηρου.