Μενελάειον
Ο αρχαιολογικός χώρος του Μενελαείου βρίσκεται στην ανατολική όχθη του Ευρώτα, νοτιοανατολικά της Σπάρτης, 5 χιλιόμετρα από την σύγχρονη πόλη. Περιλαμβάνει την κορυφογραμμή του συμπλέγματος λόφων, («Βόρειος λόφος», Μενελάειο, Προφήτης Ηλίας και Αετός), και το αρχαϊκό τοπωνύμιο της περιοχής ήταν Θεράπνη. Τα ευρήματα των ανασκαφών υποδηλώνουν την σημασία της θέσης ήδη από την Μεσοελλαδική εποχή, ενώ η οικοδόμηση επάνω στον λόφο του Μενελαείου μεγαροειδών οικοδομημάτων του 15ου και 14ου αιώνα π.Χ. μας υποδεικνύει ότι πρόκειται για μια από τις πλέον σημαντικές θέσεις της Πρώιμης Μυκηναϊκής Λακωνίας. Το Μέγαρο Ι, (Mansion I), ήταν ένα διώροφο κτίριο με νότιο προσανατολισμό και τρεις παράλληλες μονάδες, το οποίο καταστράφηκε σύντομα από πιθανό σεισμό. Το Μέγαρο ΙΙ, (Mansion II), χτίστηκε περίπου σε απόσταση 10 μέτρων από το Μέγαρο Ι και εγκαταλείφθηκε κατά την Υστεροελλαδική περίοδο. Εκτός των κτιρίων, οι ανασκαφές αποκάλυψαν και υπολείμματα της εποχής του Χαλκού στους λόφους γύρω από το Μενελάειον. Επίσης, στον νοτιότερο από τους λόφους, τον «Αετό», η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε δύο κεραμικούς κλιβάνους, καθώς και έξι τάφους της Μεσοελλαδικής εποχής.
Στην κορυφή του λόφου της Θεράπνης των ιστορικών χρόνων ξεκίνησε κατά τον 8ο αιώνα π.Χ. η λατρεία του Μενελάου, μυθικού βασιλιά της Σπάρτης, και της συζύγου του Ελένης, η οποία συνεχίστηκε μέχρι τους Ελληνιστικούς χρόνους. Η οικοδόμηση του πρώτου ναού στον χώρο θα πρέπει να τοποθετηθεί στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. ή στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ. Το ιερό του Μενελάου και της Ελένης, που σύμφωνα με τον Παυσανία, (ΙΙΙ 19,9), βρισκόταν στην Θεράπνη, εκεί όπου και ετάφησαν σύμφωνα με την παράδοση, ταυτίστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα από τον αρχαιολόγο L. Ross. Ο ίδιος, μάλιστα, πραγματοποίησε μικρής έκτασης ανασκαφική έρευνα στην κορυφή του λόφου του Μενελαείου. Η πρώτη οργανωμένη ανασκαφική έρευνα, όμως, διενεργήθηκε από τον αρχαιολόγο Χ. Τσούντα το 1889, ο οποίος και εντόπισε Μυκηναϊκά ευρήματα στην περιοχή. Τμήμα του ιερού του Μενελάου και της Ελένης ερευνήθηκε από τον Π. Καστριώτη το 1899, ενώ η συστηματική ανασκαφική έρευνα του ιερού πραγματοποιήθηκε από την Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή το 1909-1910. Τέλος, η έρευνα του μνημείου επαναλήφθηκε κατά τς δεκαετίες 1970 και 1980 από τον H. W. Catling και η ταύτισή του επιβεβαιώθηκε με την ανακάλυψη ενεπίγραφων οστράκων του 7ου και 6ου αιώνα π.Χ., ενεπίγραφων χάλκινων αντικειμένων και ενεπίγραφης στήλης αφιερωμένης στον Μενέλαο και την Ελένη.
Τέλος, σύμφωνα με τον Ησύχιο γίνονταν γιορτές, τα «Ελένεια», με επίσημη πομπή από την Σπάρτη μέχρι το ιερό του Μενελάου και της Ελένης. Στην πομπή έπαιρναν μέρος παρθένες πάνω σε άμαξες.