Αλκμάν – Λυρικός ποιητής
Ο λυρικός ποιητής Αλκμάν (προσαρμογή στη δωρική διάλεκτο του ιωνικού ονόματος Αλκμαίων ή Αλκμέων) έζησε κατά την 27η Ολυμπιάδα (672-668 π.Χ.). Σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες, γεννήθηκε στις Σάρδεις της Λυδίας (Μικρασία) και στη συνέχεια μετανάστευσε στη Σπάρτη. Επικρατούν δύο εκδοχές για την έλευση του εκεί. Κατά την πρώτη διατάχτηκε με κάποιο χρησμό, ενώ κατά την δεύτερη πουλήθηκε ως δούλος από τις Σάρδεις. Κατά το «Λεξικό Σουίδα», ήταν Λακεδαιμόνιος και γεννήθηκε στη Μεσσόα. Ήταν γιος του Δάμα ή Τίταρου και ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λυρικούς ποιητές της αρχαιότητας.
Στα μέσα του 7ου π.Χ. αιώνα, ο Αλκμάν διαμόρφωσε την «χορική» ποίηση σε ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος στη Σπάρτη. Δεν συνέθετε μονάχα το κείμενο των ποιημάτων του, αλλά καθόριζε και τη μουσική, καθώς και τις χορευτικές και μιμητικές κινήσεις τους. Το έργο του Αλκμάνος σώζεται αποσπασματικά και αναφέρεται στον έρωτα και τις χαρές της ζωής, περιγράφοντας την ομορφιά της φύσης με απλό ύφος. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι περιγράφεται ως άνθρωπος με «ιδιαίτερα ερωτική διάθεση» και ως «εφευρέτης των ερωτικών ποιημάτων». Ο Αλκμάν παρουσιάζεται ως μορφωμένος άνθρωπος και αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι στίχοι του είναι γεμάτοι από γεωγραφικές πληροφορίες. Μάλιστα, το απόσπασμά του για τον κόσμο που κοιμάται μετά το τέλος της ημέρας, θεωρείται μοναδικό δείγμα ελληνικής ποίησης και το μιμήθηκε ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε (Johann Wolfgang von Goethe) στο έργο του «Το νυχτερινό τραγούδι των περιπλανώμενων». Τα μεγαλύτερα αποσπάσματα σώζονται από ένα Παρθένειο (άσμα που έψαλαν νεαρές παρθένες για λατρευτικούς σκοπούς) που προοριζόταν να το τραγουδήσει Χορός δέκα κοριτσιών στη γιορτή μίας θεάς (ίσως της Άρτεμης ή της Ωραίας Ελένης). Σε άλλο απόσπασμα, χαρακτηριστική είναι η αναφορά του στο κρασί Δέθνις (ίσως το αρχαιότερο κρασί με ονομασία προέλευσης) που παρήγετο στη Δενθαλιάτιδα Χώρα (σημερινή περιοχή της Αλαγονίας Ταϋγέτου). Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, το κρασί αυτό ήταν «άπυρος οίνος ανθοσμίας». (Αλκμάν παρ’Αθηναίω και Ησύχιος: Ι.31).
Το έργο του λυρικού ποιητή έχει ταξινομηθεί από τους Αλεξανδρινούς σε 6-7 βιβλία, τα οποία περιείχαν λυρικά και χορικά άσματα, όπως ύμνους, παιάνες, σκόλια και παρθένεια. Η γλώσσα που χρησιμοποίησε ο Αλκμάν είναι κυρίως η δωρική της εποχής του, αναμεμειγμένη με στοιχεία της ιωνικής και αιολικής διαλέκτου. Τη γλώσσα αυτή ο περιηγητής Παυσανίας την ονομάζει «καθόλου εύηχον».
Το 1855, ο Γάλλος αιγυπτιολόγος Ογκίστ Μαριέτ (August Mariette) ανακάλυψε σε τάφο, κοντά στη δεύτερη πυραμίδα της Γκίζας, έναν πάπυρο με 100 στίχους που ανήκαν σε ένα από τα Παρθένεια του Αλκμάνος, «Εις Άρτεμιν Ορθίαν». Το Παρθένειο αρχικά αποτελούσαν 10-12 στροφές, από τις οποίες σώθηκαν μόνον 7. Το απόσπασμα αυτό εκδόθηκε για πρώτη φορά από τον Γάλλο καθηγητή Εμίλ Εγκέ (Emile Egger) το 1863.
Το 1957, δημοσιεύθηκε ο πάπυρος 2390 της Οξυρρύγχου (πόλης της Κάτω Αιγύπτου όπου σε ανασκαφές ανακαλύφθηκε μεγάλος αριθμός παπύρων με ελληνικά, κυρίως, κείμενα που έχουνε το όνομα της πόλης κι έναν κωδικό αριθμό) ο οποίος χρονολογείται κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Στον πάπυρο αυτό διασώζονται τμήματα από ένα σχόλιο σε πεζό λόγο όπου αποκαλύπτεται ότι σε ένα από τα ποιήματά του ασχολείται με ένα είδος θεογονικής κοσμολογίας! Συγκεκριμένα, ο λυρικός ποιητής περιγράφει τη γέννηση του Σύμπαντος, 27 ολόκληρους αιώνες πριν από αυτά που έχει δηλώσει ο Άγγλος φυσικός Στίβεν Χόκινγκ (Stephen Hawking) για τη κβαντική κοσμολογία. Το μοναδικό αυτό στοιχείο απέδειξαν σε πρόσφατη εργασία τους τέσσερις αστροφυσικοί του Πανεπιστημίου Αθηνών, οι οποίοι συνδέουν την κοσμολογία του Αλκμάνος με σύγχρονες κοσμολογικές θεωρίες. Η εργασία φέρει τον τίτλο: «Μια Προσωκρατική Κοσμολογική Πρόταση» και πραγματοποιήθηκε από τους: Μάνο Δανέζη, Ευστράτιο Θεοδοσίου, Θεοφάνη Γραμμένο και Μαργιέλα Σταθοπούλου.
Ο Αλκμάν πέθανε στη Σπάρτη περίπου το 612 π.Χ. και ο περιηγής Παυσανίας αναφέρει ότι στην τοποθεσία Σέβρικον (ανατολικά της Σπάρτης) υπήρχε μνημείο του λυρικού ποιητή.