Ευρυβιάδης–Ναύαρχος
Ο Ευρυβιάδης ήταν Σπαρτιάτης ναύαρχος. Έζησε τον 5ο αιώνα π.Χ. και ήταν γιος του Ευρυκλείδους. Παρ’ όλο που δεν καταγόταν από βασιλικό γένος, η Σπάρτη του ανέθεσε την αρχηγία του στόλου της κατά την Περσική εισβολή, το 480 π.Χ. Μολονότι ο Σπαρτιατικός στόλος είχε μονάχα 10 τριήρεις στο Αρτεμίσιο και 16 στη Σαλαμίνα, ο Ευρυβιάδης είχε το αξίωμα του αρχιναυάρχου όλων των ελληνικών ναυτικών δυνάμεων και διηύθυνε τον στόλο μαζί με τον Θεμιστοκλή.
Ο Ευρυβιάδης αντιδρούσε στην επιλογή του Θεμιστοκλή να συγκρουστούν τα ελληνικά πλοία στα στενά της Σαλαμίνας, πιστεύοντας ότι έπρεπε να ναυμαχήσουν στον Ισθμό της Κορίνθου έτσι ώστε να υπάρχει δυνατότητα διαφυγής σε περίπτωση ήττας. Γνωστότατο είναι το επεισόδιο με τον Θεμιστοκλή, πριν τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, κατά το πολεμικό συμβούλιο των Ελλήνων. Θυμωμένος ο Ευρυβιάδης με την απόφαση του Αθηναίου στρατηγού, σήκωσε το χέρι του να τον χτυπήσει. Τότε ο Θεμιστοκλής του είπε τη γνωστή φράση: «Πάταξον μεν, άκουσον δε». («Κτύπα, αλλά προηγουμένως άκουσε με»). Σήμερα, η φράση αυτή έχει γίνει παροιμιώδης και χρησιμοποιείται ως έκφραση σε δίκαιο και λογικό αίτημα.
Μετά τη σύντομη στιγμή δόξας του, ο Ευρυβιάδης τιμήθηκε από τους Σπαρτιάτες με το αριστείο της ανδρείας, ενώ ο Θεμιστοκλής μονάχα με το βραβείο σοφίας και δεξιότητας. Στη συνέχεια, ο Ευρυβιάδης εξαφανίστηκε από την ιστορία. Ο Ηρόδοτος τον περιγράφει ως επιμελή ηγέτη που έδειξε τον απαιτούμενο σεβασμό προς όλους τους εμπλεκομένους, συμπεριλαμβανομένων και των Αθηναίων.