Μάγια Λυμπεροπούλου–Ηθοποιός
Η Μάγια Λυμπεροπούλου γεννήθηκε στις 11 Μαρτίου του 1940 στην Αθήνα και είχε καταγωγή από τη Σπάρτη Λακωνίας. Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και υποκριτική στο Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν», από όπου αποφοίτησε το 1959. Μάλιστα, σπούδασε κρυφά, παράλληλα με τη νομική, με τον ίδιο τον Κουν να επεμβαίνει για να πείσει τους γονείς της να συνεχίσει. Το 1971, σπούδασε κινηματογράφο στην Γαλλία όπου και έμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο ρόλος που την έχρισε από δευτεροετή σπουδάστρια του Θεάτρου Τέχνης «Κάρολος Κουν» σε νέα πρωταγωνίστρια (μόλις στα δεκαεννέα της χρόνια) ήταν αυτός στο έργο του Τενεσί Ουίλιαμς «Ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι», σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν.
Αναμφισβήτητα, η Μάγια Λυμπεροπούλου υπήρξε μία από τις σημαντικότερες ηθοποιούς που γνώρισε το μεταπολεμικό θέατρο στην Ελλάδα. Συνεργάστηκε με το Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν», το Εθνικό Θέατρο και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (Κ.Θ.Β.Ε.), ενώ υπήρξε η πρώτη γυναίκα καλλιτεχνική διευθύντρια γράφοντας ιστορία στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας (Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο) από το 1988 μέχρι το 1993, μετατρέποντάς το από ένα θέατρο της επαρχίας σε θέατρο ρεπερτορίου. Επίσης, την περίοδο που ήταν στο Θέατρο Τέχνης παντρεύτηκε τον ηθοποιό Γιώργο Λαζάνη, με τον οποίο χώρισαν λίγα χρόνια αργότερα.
Ήταν από τις λίγες γυναίκες που διέπρεψαν στη σκηνοθεσία (σε ένα επάγγελμα σχεδόν αποκλειστικά αρσενικού γένους στην εποχή της) και μία εξαιρετική μεταφράστρια και δασκάλα. Το 1976, ξεκίνησε να διδάσκει στη Δραματική Σχολή του «Λαϊκού Πειραματικού Θεάτρου» του Λεωνίδα Τριβιζά. Πρότυπά της ήταν ο Κουν, ο Γκάτσος, ο Ελύτης, ο Χατζιδάκις και ο Χρήστου (τους οποίους αποκαλούσε «έξι ορφάνιες») ενώ για τον Κουν είχε χαρακτηριστικά δηλώσει πως «δεν απογαλακτίστηκε ποτέ από αυτόν».
Το 1962, έπαιξε την Αηδόνα των «Ορνίθων», το 1965 την «Αγγέλα» του Γιώργου Σεβαστίκογλου, ενώ το 1980 την κεντρική ηρωίδα Λόττε Κόττε στο «Μεγάλο και Μικρό» στο Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Γ. Λαζάνη. Μάλιστα, όπως συνήθιζε να λέει, αυτός ήταν και ο ρόλος που αγάπησε περισσότερο από τους δεκάδες που είχε παίξει. Το 1982, έπαιξε το ρόλο της Κλυταιμνήστρας στην «Ορέστεια» του Καρόλου Κουν στην Επίδαυρο και το 1985 τη Μαρί Γκάιλα στα «Θεϊκά Λόγια» του Βάλιε Ινκλάν, στο Θέατρο Τέχνης.
Το 1995, η Μάγια Λυμπεροπούλου έπαιξε την αλησμόνητη κυρία Περνέλ στον «Ταρτούφο» (σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη) στο θέατρο «Αμόρε», το 1997 την Τροφό στην «Μήδεια» του Εθνικού Θεάτρου και το 2005, την Κυρία στις «Δούλες» του Ζαν Ζενέ, σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Βογιατζή (στο θέατρο της οδού Κεφαλληνίας). Επίσης, το 2010 οι θεατές την απήλαυσαν στο έργο «Άγγελοι στην Αμερική» του Νίκου Μαστοράκη και το 2003 στο ρόλο της Λιουμπόβ στο «Βυσσινόκηπο» του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Πάτρας. Ο τελευταίος της θεατρικός ρόλος ήταν στην παράσταση «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα», ενώ το 2008 παρουσιάστηκε ως αφηγήτρια στον «Προμηθέα» του Μπομπ Γουίλσον, στο Μέγαρο Μουσικής, όπου διάβαζε και τα ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη που ακούγονταν εμβόλιμα.
Η Μάγια Λυμπεροπούλου έπαιξε πολύ λίγο στον κινηματογράφο υποδυόμενη τη μητέρα του Καβάφη στην ομώνυμη ταινία του Γιάννη Σμαραγδή, ενώ η χαρακτηριστική, καθάρια φωνή της ακούγεται στη ραψωδία Ν της «Ιλιάδος» του Ομήρου (σε σκηνοθετική επιμέλεια Νίκου Χατζόπουλου) σε ζωντανή ηχογράφηση από το Εθνικό Θέατρο.
Η πρώτη παράσταση σε σκηνοθεσία της ιδίας ήταν «Η Μαρκησία ντε Σαντ» του Γιούκιο Μισίμα, ενώ το 2007 (στο πλαίσιο του «Φεστιβάλ Αθηνών») παρουσίασε τη δική της θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, «Οι Δαιμονισμένοι», σε δύο τρίωρα μέρη όπου συμμετείχαν 22 ηθοποιοί.
Η Μάγια Λυμπεροπούλου απεβίωσε στις 22 Ιουλίου του 2021 (σε ηλικία 81 ετών) και ο σκηνοθέτης Γιάννης Χουβαρδάς είχε δηλώσει για την προσωπικότητα και το έργο της: «…Στο ελληνικό θέατρο άφησε ανεξίτηλο ίχνος, λόγω της βαθιάς παιδείας που είχε η ίδια και την οποία μετέδιδε, αλλά και λόγω του επαγγελματισμού της και του εξαιρετικού ταλέντου της».